Ο κάμπος της Καρδίτσας:
 
Καρδίτσα
Ο κάμπος της Καρδίτσας από αέρος
Διοικητικά ανήκει στους δήμους Σοφάδων, Παλαμά, και στους προ Καλλικράτη, Φύλλου, Παμίσου, Σελλάνων, Κάμπου και Άρνης. Η εύφορη γη και η γεωγραφική του θέση συνετέλεσαν στο να γίνει πέρασμα και τόπος συνάντησης φυλών και πολιτισμών. Από το 6.000 π.Χ. υπάρχουν ίχνη ανθρώπινης ζωής με νεολιθικούς οικισμούς και ευρήματα ξεχωριστής ομορφιάς. Εδώ τοποθετούνται οι αρχαίες πόλεις Άρνη, Θητώνιο, Κιέριο, Αστέριο. Ταφικά μνημεία της Ελληνιστικής περιόδου αλλά και και ευρήματα της προϊστορικής περιόδου βρίσκονται διάσπαρτα σε όλη την περιοχή του κάμπου. Το πλήθος των αξιόλογων αρχαιολογικών και ιστορικών χώρων δεν έχει επιτρέψει ακόμη την πλήρη καταγραφή τους παρά τη συστηματική δουλειά από την ΙΓ' Εφορία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων. Πλούσια γη, πραγματικός σιτοβολώνας έχει πρωταρχική οικονομική σημασία όχι μόνο για τον ίδιο το νομό αλλά και για ολόκληρη τη Θεσσαλία. Βέβαια οι καλλιέργειες από τότε έχουν αλλάξει και τώρα το βαμβάκι με τον καπνό κυριαρχούν. Το τμήμα του θεσσαλικού κάμπου που ανήκει στο νομό Καρδίτσας, πρωταρχικής οικονομικής σημασίας για τη Θεσσαλία, παρουσιάζει ενδιαφέρον τόσο από ιστορική - αρχαιολογική άποψη, όσο όσο και από ανθρωπολογική και εθνολογική. Στην περιοχή βρίσκονται εξαιρετικά δείγματα πολιτισμών της προχριστιανικής περιόδου, τα οποία με τη συνεχή έρευνα έρχονται στο φως. Στα νεότερα χρόνια εγκαταστάθηκαν εδώ αρκετοί πρόσφυγες από την Καισάρεια και την Καππαδοκία. Οι κάτοικοι του κάμπου συμμετείχαν στις ιστορικές εξελίξεις που σημειώθηκαν στην περιοχή στο πέρασμα του χρόνου, στα επαναστατικά κινήματα κατά των Τούρκων, στις αγροτικές εξεγέρσεις των αρχών του αιώνα κατά των μεγαλοτσιφλικάδων και στη μεταγενέστερη διανομή των αγροτικών κλήρων. Σήμερα η περιοχή χαρακτηρίζεται από την παρουσία του αυθεντικά πεδινού και ντόπιου στοιχείου, των Καραγκούνηδων, οι οποίοι με τον πλούσιο πολιτισμό τους και τα χαρακτηριστικά τους έθιμα κίνησαν την προσοχή των μελετητών. Η περιοχή διαθέτει αξιοσημείωτα θρησκευτικά μνημεία καθώς και πετρόχτιστα γεφύρια δίτοξα ή τρίτοξα που ενώνουν τις όχθες των αρκετών ποταμών που διασχίζουν τον καρδιτσιώτικο κάμπο.
 
ΠΡΟΣΒΑΣΗ
Οι δρόμοι της περιοχής κατά κανόνα είναι επίπεδοι και ασφαλτοστρωμένοι. Είναι όμως πολύ στενοί και χρειάζεται αυξημένη προσοχή στις μετακινήσεις γιατί κυκλοφορούν αρκετά γεωργικά μηχανήματα, ιδιαίτερα κατά την καλλιεργητική περίοδο.
 
ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ
Η περιοχή έχει πολλά αξιόλογα θρησκευτικά μνημεία που με υπέροχες αγιογραφίες και περίτεχνα ξυλόγλυπτα τέμπλα μαρτυρούν την ιστορική διαδρομή αλλά και την ευσέβεια των κατοίκων. Ο ναός του Αγίου Αθανασίου που έχει χτιστεί το 1.300 μ.Χ. στον Παλαμά, έχει αγιογραφίες και ξυλόγλυπτο τέμπλο σκαλισμένο στο Άγιο Όρος. Ο ναός του Αγίου Γεωργίου στη Λεύκη είναι κι αυτός χτισμένος το 1.300 μ.Χ. Σημαντικά μνημεία είναι και ο ναός του Αγίου Δημητρίου στα Ορφανά, καθώς και ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Αστρίτσα. Δείτε περισσότερα για τα θρησκευτικά μνημεία.
 
ΓΕΦΥΡΙΑ
Μοναδικά αρχιτεκτονικά μνημεία συνδέουν τις όχθες των ποταμών, δίνουν την δυνατότητα στον επισκέπτη να τα θαυμάσει και αρκετά από αυτά να τα διαβεί. Ίσως από τα παλαιότερα γεφύρια που σώζονται σήμερα στον κάμπο είναι η γέφυρα του Μοσχολουρίου που ενώνει τον ποταμό Σοφαδίτη. Η πρώτη κατασκευή του τοποθετείται ανάμεσα στον 12ο με 15ο αιώνα. Είναι τρίτοξο με ημικυκλικής μορφής ανοίγματα και τα τόξα του παρουσιάζουν έντονα περσικά χαρακτηριστικά. Πετρόχτιστα γεφύρια υπάρχουν ακόμη στην Ιτέα, στο Αγναντερό και στην Αστρίτσα που χρονολογούνται από τα τέλη του 18ου αιώνα.
 
ΤΟ ΚΟΝΑΚΙ
Η έντονη παρουσία του τουρκικού στοιχείου κατά την τουρκοκρατία άφησε δείγματα τα περίφημα κονάκια, σπίτια των Μπέηδων της περιοχής. Στον Πρόδρομο βρίσκεται το κονάκι του Εκρέμ Μπέη. Χτίστηκε κατά την τελευταία περίοδο της Τουρκοκρατίας, στο δεύτερο μισό τους 19ου αιώνα και λίγο πριν από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το1881. Ήταν ένα λιθόκτιστο κεραμοσκεπές σπίτι τσιφλικά του κάμπου και αποτέλεσε κατοικία των μπέηδων. Ο τελευταίος Τούρκος ιδιοκτήτης ήταν ο Εκρέμ Μπέης. Η κάτοψη είχε σχήμα σταυρού. Είχε δύο ορόφους εκτός από την περιοχή της απόληξης του κλιμακοστασίου, όπου υπήρχε τριώροφος πύργος και παρατηρητήριο. Το 1912 το απέκτησε το Ελληνικό Δημόσιο. Το 1923 το Υπουργείο Γεωργίας το παραχώρησε στην κοινότητα Προδρόμου που το χρησιμοποίησε σαν Δημοτικό Σχολείο για το χωριό. Κατά τη διάρκεια του μεγάλου σεισμού που έγινε στους Σοφάδες το 1954 έπαθε ζημιές, κατέρρευσαν οι πάνω όροφοι αλλά συνέχισε να είναι το σχολείο του χωριού. Το 1986 ανακηρύχθηκε διατηρητέο Μουσείο και το 1987 η Κοινότητα Προδρόμου το παραχώρησε στο Υπουργείο Πολιτισμού. Την επόμενη χρονιά αποφασίστηκε να αναστηλωθεί και έτσι σήμερα εκεί στεγάζονται τα γραφεία και το εργαστήριο συντήρησης της ΛΔ' Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών αρχαιοτήτων.