Ο Άγιος Σεραφείμ:
 
Άγιος Σεραφείμ
Μία από τις μεγάλες και αγίες μορφές των Ελλήνων νεομαρτύρων της Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού είναι και η αγία και ιερά φυσιογνωμία του Αγίου Σεραφείμ, Αρχιεπισκόπου Φαναρίου και Νεοχωρίου του θαυματουργού. Τα Άγραφα δεν ανέδειξαν μόνον "αρματολούς και κλέφτες", αλλά και μάρτυρες και Αγίους. Μεταξύ αυτών των μαρτύρων και ηρώων της Πίστεως και της Πατρίδος την πρώτη θέση κατέχει ο άγιος Σεραφείμ. Καταγόταν από ένα χωριό της περιοχής της Νεβροπόλεως, την Μπεζούλα. Σώζονται ακόμη τα ερείπια του σπιτιού του. Επάνω σ' αυτά ο αείμνηστος Ηγούμενος της Ί. Μονής Κορώνας Ιερομόναχος Ιάκωβος Κουτρούμπας και οι κάτοικοι έκτισαν πριν από χρόνια Ιερό Ναό προς τιμήν του Αγίου.
Ο άγιος Σεραφείμ γεννήθηκε κατά τα μέσα περίπου του ΙΣΤ μ.Χ. αιώνα. Πάντως δεν γνωρίζουμε την ακριβή ημερομηνία της γεννήσεώς του. Οι γονείς του, που ονομάζονταν Σωφρόνιος και Μαρία ήσαν ευσεβείς και ενάρετοι Χριστιανοί. Μαθήτευσε στο σχολείο της μικρής Μονής του Αγίου Παντελεήμονος, έξω από το χωριό του, όπου διακρίθηκε για την επιμέλεια του. Διδάχθηκε τα Ιερά Γράμματα, το Ψαλτήριον, την Οκτώηχον και τον Απόστολον. Τον ευχαριστούσε προ παντός η μελέτη της Αγίας Γραφής και ιδιαιτέρως μελετούσε το βιβλίον των βιβλίων, το βιβλίον της ζωής, το άγιο και Ιερό Ευαγγέλιο. Του άρεσε ακόμη η εντρύφηση στους βίους των Αγίων της Εκκλησίας. Το ζήλο του αυτόν τον αναπτέρωνε η Ιερά Μονή της Κυρίας Θεοτόκου ή της Κρυεράς Πηγής των Αγράφων, όπως λεγόταν αλλιώς ή Ιερά Μονή Κορώνας τότε. Γι' αυτό οι τακτικές επισκέψεις των Μοναχών, οι συνομιλίες του μαζί τους και προ παντός το καλό τους παράδειγμα ηλέκτριζαν τον φλογερό Σεραφείμ και τον προετοίμαζαν για να δοξάσει μια μέρα το Χριστό. Όταν ο Σεραφείμ έφθασε στη νόμιμη ηλικία, οι ευγενείς του πόθοι και τα παιδικά του όνειρα άρχισαν να πραγματοποιούνται, παίρνει οριστικά πλέον τη μεγάλη απόφαση να αρνηθεί τον κόσμο και τα κοσμικά πράγματα. Αφήνει το χωριό του, αποχαιρετάει τους δικούς του και αρχίζει μια μεγάλη πορεία με σκοπό να επισκεφθεί όλες τις Ιερές Μονές των Αγράφων. Τελικά φθάνει και στο Μοναστήρι της Κορώνας. Όλα αυτά ηλέκτρισαν την ψυχή του και από τότε έμεινε εκεί, αφού φόρεσε το αγγελικό σχήμα, έγινε έτσι μοναχός. Όταν συμπλήρωσε τα προβλεπόμενα από τους Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας χρόνια στο βαθμό του Διακόνου, έγινε Ιερέας και αργότερα Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Κορώνας. Σ' όλο το διάστημα της ηγουμενίας του Αγίου Σεραφείμ η Μονή είδε λαμπρές ημέρες δόξης. Η φήμη του Σεραφείμ ως Ηγουμένου πέρασε τα στενά όρια της Κρυεράς Πηγής των Αγράφων. Γι' αυτό, όταν απέθανε ο Επίσκοπος Καπούης και Φαναριού Λαυρέντιος, ο Σεραφείμ εκλέχθηκε παμψηφεί Αρχιεπίσκοπος Φαναρίου και Νεοχωρίου, διότι στο μεταξύ η Επισκοπή προήχθη σε Αρχιεπισκοπή. Η πίστη στο Χριστό, η αφοσίωση στην Εκκλησία, η αγάπη προς την πατρίδα, την πιο όμορφη πατρίδα του κόσμου την Ελλάδα, και οι υπόλοιπες αρετές του Αγίου προκάλεσαν το μίσος των Τούρκων, οι οποίοι ζητούσαν αφορμή για να τον θανατώσουν.
 
 
ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΕΡΑΦΕΙΜ
 
Το μαρτύριο του Ιερομάρτυρος Σεραφείμ κράτησε δυο ήμερες, την 3η και 4η Δεκεμβρίου του έτους 1601.
3η Δεκεμβρίου: Όταν έγινε η επανάσταση του Διονυσίου ο Αρχιεπίσκοπος Φαναριού Σεραφείμ ήταν περιοδεία στα χωριά των Αγράφων, κηρύσσοντας το λόγο του Θεού, συμβουλεύοντας και νουθετώντας το ποίμνιο του. Όταν τελείωσε την περιοδεία του ο άγιος και επέστρεψε στο Φανάρι, οι Τούρκοι αγάδες άρχισαν να λένε: "Κι' αυτός με το Διονύσιο ήταν. Τώρα πώς τόλμησε και ήρθε μπροστά μας;". Ο σεβάσμιος Σεραφείμ, επειδή ήταν εντελώς αθώος, μόλις άκουσε αυτά τα λόγια, ρώτησε: "Για ποιόν τα λέτε αυτά;" και εκείνοι απάντησαν με θυμό: "Για σένα, αποστάτη και προδότη... τώρα θα πάθεις και εσύ εκείνο πού σου αξίζει¥ εκτός κι αν αλλάξεις την πίστη σου και γίνεις Τούρκος. Τότε θα σε συγχωρήσουμε και θα σε τιμήσουμε κιόλας, κατάλαβες;". Ο άγιος δε δείλιασε, αλλά αρνήθηκε με θάρρος ότι συμμετείχε στο κίνημα του Διονυσίου. Ούτε δελεάστηκε από τις επίγειες τιμές: "Με κανένα τρόπο δε θα αρνηθώ το Χριστό μου. Τη δική σας τιμή δε θέλω ούτε να την ακούσω". Ο Τούρκος διοικητής προσπαθούσε να πείσει τον άγιο ν' αρνηθεί την πίστη του και του υποσχόταν πολλές τιμές. Ο Δεσπότης Σεραφείμ παρακολουθούσε με προσοχή τα λόγια του Διοικητού. Χωρίς δισταγμό λοιπόν, απαντά στο Χαμουζάμπεη σύντομα και σταθερά: "Από τον Ιησού Χριστό δε θ' αποχωριστώ ποτέ! Αντιθέτως με χαρά και ευφροσύνη θα δεχθώ το θάνατο χίλιες φορές για το άγιο όνομα Του". Δεν πρόφθασε να τελειώσει τα λόγια αυτά ο Σεραφείμ και ο αιμοβόρος και άδικος κριτής πρόσταξε να τον δείρουν για πολλή ώρα χωρίς έλεος και να του κόψουν τη μύτη σε λεπτά κομμάτια. Και τα δυο αυτά μαρτύρια ο άγιος τα υπέμεινε με τη βοήθεια του Θεού όχι απλώς αγογγύστως, άλλ' ευχαριστώντας και ευλογώντας το Θεό. Η μαύρη ψυχή του Τούρκου Διοικητού δεν ικανοποιείται. Εκδίδει λοιπόν νέα διαταγή: "Ρίξτε τον στο μπουντρούμι μωρέ κι αφήστε τον εκεί χωρίς ψωμί, χωρίς νερό κι ίσως αλλάξει γνώμη".
 
4η Δεκεμβρίου: Την άλλη μέρα ο Χαμουζάμπεης, αφού κάθισε και πάλι στο δικαστικό θρόνο, κάλεσε τον Σεραφείμ ξανά για να τον συμβουλεύσει σαν φίλος του δήθεν: "Έ, Σεραφείμ! Πιστεύω να σωφρονίσθηκες μέσα στη φυλακή. Έλα, λυπήσου τα γηρατειά σου και πίστεψε στο Μεγάλο Προφήτη". Ό άγιος με ηρεμία αρνήθηκε και πάλι να υπακούσει στις ασεβείς συμβουλές του Χαμούζμπεη. Πριν τελειώσει τα λόγια του ο Σεραφείμ, ο Διοικητής πρόσταξε να τον δείρουν περισσότερο αυτή τη φορά και πρόσθεσε: "Τανύστε του χέρια και πόδια και βάλτε στην κοιλιά του μια μεγάλη πέτρα, χωρίς καμμιά λύπη κατακόψτε και ξεσχίστε τις σάρκες του". Ό άγιος υπέμεινε όλα αυτά τα μαρτύρια χωρίς να βγει από τα χείλη του ούτε ένα βογκητό. Εξ' αιτίας της αιμορραγίας ο άγιος δίψασε και του έδωσαν να πιει λασπόνερα ανακατεμένα με χολή, όπως και στο Χριστό οι σταυρωταί του "έδωσαν εις την δίψαν αυτού χολήν και όξος". Κι αυτό το δέχτηκε με χαρά ο Ιερομάρτυρας Σεραφείμ, γιατί γινόταν έτσι μιμητής του Χριστού. Η χαρά αυτή του Αγίου εξόργισε ακόμα περισσότερο το Διοικητή, ο οποίος έδωσε την τελευταία του διαταγή: "Σουβλιστέ τον...". Έτσι ο αθώος Ιεράρχης οδηγήθηκε δεμένος "ως πρόβατον επί σφαγήν" στην τότε αγορά του Φαναριού κοντά σ' ένα κυπαρίσσι, όπου σήμερα υψώνεται ο μεγαλοπρεπής Ναός του Αγίου. Ο Τούρκος Διοικητής θέλησε και με το νεκρό σώμα του Αγίου να τρομοκράτηση τους Χριστιανούς. Διέταξε λοιπόν, να το αφήσουν πολλές ημέρες, όπως ήταν σουβλισμένο και κρεμασμένο σ' ένα κυπαρίσσι. Αλλά "όπου Θεός βούλεται, νικάται φύσεως τάξις". Το σώμα του Αγίου δεν αλλοιώθηκε, όπως συμβαίνει με όλα τα νεκρά σώματα. Αντίθετα διατήρησε τη φυσική του δροσερότητα και ευωδίαζε. Ο Διοικητής για να μην πάρουν οι Χριστιανοί το σώμα και το θάψουν τοποθέτησε φρουρούς να το φυλάνε μέρα - νύχτα. Μετά από μερικές ήμερες διέταξε να κόψουν την κεφαλήν του Αγίου και να τη στείλουν στα Τρίκαλα μαζί με τα κεφάλια τριών άλλων επαναστατών. Εκεί, τα κεφάλια στήθηκαν στο κέντρο της πλατείας της πόλεως πάνω σε κοντάρια με το μέτωπο προς τη δύση. Το άλλο πρωί όμως το κεφάλι του Αγίου βρέθηκε να κοιτάζει προς την Ανατολή. Από τότε το θαυμαστό αυτό φαινόμενο επαναλαμβανόταν κάθε μέρα. Εκείνες τις ήμερες βρέθηκε στα Τρίκαλα ο Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Δουσίκου, ο όποιος βλέποντας το θαύμα, θέλησε να πάρει στο Μοναστήρι του την κεφαλήν του Αγίου και να την έχει ως ευλογία και πολύτιμο θησαυρό. Έτσι βρήκε έναν Αρβανίτη Χριστιανό και του υποσχέθηκε 50 γρόσια, για να του φέρει τη θαυματουργό Κεφαλή. Καθώς όμως έπαιρνε την Αγία Κεφαλή, το ξύλο, πάνω στο όποιο βρισκόταν, έπεσε και ξύπνησε τους φύλακες, οι όποιοι άρχισαν να κυνηγούν τον Αρβανίτη. Όταν έφθασε στη γέφυρα του Πηνειού, τον "Καραβόπορο", βλέποντας τους Τούρκους να πλησιάζουν, πέταξε το κεφάλι του Αγίου στο ποτάμι, επειδή δεν ήθελε να πέσει πάλι στα χέρια των απίστων.
 
ΑΝΕΥΡΕΣΗ ΚΑΙ ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΚΕΦΑΛΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
 
Κάτω από τη γέφυρα δυο ψαράδες είχαν τοποθετήσει από τη μια ως την άλλη όχθη όρθια δίχτυα (βρόχια) για να πιάσουν ψάρια. Το βράδυ ο ένας έφυγε για το σπίτι του στα Τρίκαλα και ο άλλος έμεινε για να φυλάξει τα δίχτυα. Ενώ λοιπόν καθόταν ο ψαράς στην όχθη του ποταμού, είδε ξαφνικά μια φωτεινή στήλη να υψώνεται μέχρι τον ουρανό και συγχρόνως άκουσε θαυμάσιες ψαλμωδίες. Το γεγονός αυτό, όπως ήταν φυσικό, του προξένησε φόβο, αλλά και περιέργεια. Το επόμενο πρωί έτρεξε και διηγήθηκε στο σύντροφό του το γεγονός. Το άλλο βράδυ παραφύλαξαν και οι δυο μαζί. Περίμεναν αρκετή ώρα με αγωνία και ξαφνικά είδαν να επαναλαμβάνεται το θαυμαστό εκείνο φαινόμενο. Όταν άρχισε να ροδίζει η ανατολή, πλησίασαν με φόβο το μέρος, όπου είδαν τη φωτεινή στήλη. Το φόβο τους όμως διαδέχτηκε ή χαρά, μόλις είδαν την Κεφαλή του Αγίου μπλεγμένη στα δίχτυα τους. Την πήραν λοιπόν και την πήγαν στην Ιερά Μονή Δουσίκου. Πέρασαν περίπου έξι μήνες από τότε και τα γεγονότα αυτά μαθεύτηκαν στην Ιερά Μονή Κορώνας. Οι Μοναχοί της Μονής έστειλαν αμέσως τον Ηγούμενο μαζί με τον προεστό του Νεοχωρίου Παναγιώτη Κωσκολά, για να ζητήσουν την Αγία Κεφαλή του άλλοτε Ηγουμένου τους Αγίου Σεραφείμ. Όταν έφτασαν στα Τρίκαλα, βρήκαν το Μητροπολίτη Λαρίσης Θεωνά, τον οποίον και παρακάλεσαν να μεσολαβήσει. Αυτός δέχτηκε ευχαρίστως να πάρει η Ιερά Μονή Κορώνας από την Ιερά Μονή Δουσίκου την Κεφαλή του Σεραφείμ. Αυτό και έγινε και αφού πήραν την Αγία Κεφαλή και την πήγαν στην Κορώνα, την τοποθέτησαν σε κατάλληλο ιερό κιβώτιο, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα η Αγία Κάρα όχι ολόκληρη η Κεφαλή. Όσοι προσέρχονται με πίστη και επικαλούνται τη βοήθεια του Αγίου, γιατρεύονται από κάθε είδους αρρώστιες.