Αρχαιότητες της Περιοχής - Συμβολή στην Ανάπτυξη                                 

 

Το ζήτημα της προστασίας και της ανάδειξης της πολιτιστικής κληρονομιάς (αρχαίας, βυζαντινής και νεότερης) είναι παλιό, σύνθετο και πολύπλοκο. Ανάλογα δε με τις κατά καιρούς επικρατούσες συνθήκες αλλάζει προσανατολισμό, στόχους και μέσα.

Σχετικά με την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς σημειώνουμε το άρθρο 24 του Συντάγματος των Ελλήνων του 1975 και τις τροποποιήσεις του 1986 και 2001 όπου «1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά και κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αειφορίας… Τα μνημεία, οι παραδοσιακές περιοχές και τα παραδοσιακά στοιχεία προστατεύονται από το Κράτος. Νόμος θα ορίσει τα αναγκαία για την πραγματοποίηση της προστασίας αυτής περιοριστικά μέτρα της ιδιοκτησίας, καθώς και τον τρόπο και το είδος της αποζημίωσης των ιδιοκτητών».

Ακόμη η Πολιτεία δια της Βουλής των Ελλήνων ψήφισε το νέο Αρχαιολογικό Νόμο, Ν. 3028 /2002 «Για την προστασία των Αρχαιοτήτων κι εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς», ο οποίος ως βασικό αντικείμενο, άρθρο 1, παράγραφος 1, έχει  «την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας από τους  αρχαιοτάτους χρόνους μέχρι σήμερα, η οποία (προστασία) έχει ως σκοπό τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης χάριν της παρούσας και των μελλοντικών γενεών και την αναβάθμιση του πολιτιστικού περιβάλλοντος». Επίσης στην παράγραφο 2 του ιδίου άρθρου ορίζεται ότι «η πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας αποτελείται από τα πολιτιστικά αγαθά που βρίσκονται εντός των ορίων της Ελληνικής επικράτειας …».

Αυτή την συνειδητή ιστορική μνήμη είναι που έχουμε ανάγκη πολύ περισσότερο σήμερα, σ΄ ένα περιβάλλον παγκοσμιοποίησης και ανοιχτών οριζόντων. Όμως, καθώς «ένα μέρος του παρελθόντος πεθαίνει, η προσκόλληση σ΄ αυτό με υπερβολική αγάπη, δίνει τη δυνατότητα μόλυνσης με τη θνησιμότητά του». Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στο καινούργιο και το παλιό δεν παρατηρείται μόνο στην εποχή μας, όμως η διαταραχή της ευαίσθητης ισορροπίας ανάμεσα στο παλιό και το νέο σήμερα παίρνει άλλες διαστάσεις, κυρίως στις αναπτυγμένες κοινωνίες. Έτσι διαφορετική είναι η στάση των κοινωνικών ομάδων απέναντι στο ζήτημα της προστασίας και της ανάδειξης του παρελθόντος, ειδικότερα δε της πολιτιστικής κληρονομιάς.

Και στη χώρα μας η καθυστερημένη εν πολλοίς βιομηχανική ανάπτυξη και η μηχανοποίηση της αγροτικής καλλιέργειας επέφεραν απότομες και ραγδαίες αλλαγές στο φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον (π.χ. εκβιομηχάνιση περιοχής Ελευσίνας, ισοπέδωση των αγρών στην πεδιάδα της Καρδίτσας και κατά συνέπεια εξαφάνιση πολλών προϊστορικών οικισμών νεολιθικής εποχής, γνωστών με το όνομα «Μαγούλες». Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, ο επιταχυνόμενος εκσυγχρονισμός  έχει ως συνέπεια την αφομοίωση και των όποιων στοιχείων της παραδοσιακής κληρονομιάς έχουν απομείνει.

Στο σημείο αυτό καθοριστικό ρόλο παίζουν ή καλούνται να παίξουν οι τοπικές κοινωνίες και αρχές. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση και οι τοπικές κοινωνίες μπορούν να συμβάλουν στην προστασία των μνημείων και γενικότερα της πολιτιστικής κληρονομιάς. Η απουσία της Τ. Α. από το τμήμα αυτό του πολιτιστικού χώρου  συντελεί στην αποξένωση, στην απομάκρυνση των πολιτών από τις ρίζες του παρελθόντος. Όπου υπήρξε ή υπάρχει συνεργασία ανάμεσα στην αυτοδιοίκηση, Νομαρχιακή ή Τοπική, τα αποτελέσματα ήσαν θετικά (π.χ. η κατασκευή του Μετρό της Αθήνας, η ανέγερση του Αρχαιολογικού Μουσείου Καρδίτσας και το επικείμενο στήσιμο της Έκθεσης των αρχαίων αντικειμένων σ΄ αυτό), ενώ ουσιαστικό όφελος έχουν οι πολίτες και κυρίως οι νέοι με το να πλουτίζουν σε γνώσεις και να αποκτούν υψηλή παιδεία και κουλτούρα.

Οι συγκρούσεις, οι καταστροφές μνημείων και αρχαιολογικών χώρων, η εξαφάνιση πολύτιμων ιστορικών στοιχείων, η αλλοίωση παραδοσιακών πολεοδομικών ιστών πόλεων και χωριών για την εκτέλεση δημόσιων ή ιδιωτικών έργων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη όλες οι παράμετροι, φαινομενικά μπορεί να οδηγούν στην   ευημερία και την ανάπτυξη, στην ουσία όμως, όπως συχνά επιβεβαιώνεται στις περισσότερες των περιπτώσεων (π.χ. Ασκληπιείο Τρικάλων, Αρχαίο Θέατρο Λάρισας), υπήρξαν ή θα υπάρξουν  επιβαρυντικές για τις ίδιες τις τοπικές κοινωνίες και τους πολίτες (π.χ. Συκεών). Έτσι λοιπόν στη διαδικασία της προστασίας και της ανάδειξης των μνημείων και της πολιτιστικής κληρονομιάς πρέπει να υπάρξει συνεργασία της Αυτοδιοίκησης, Τοπικής και Νομαρχιακής με τις κατά τόπους Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού.

Στο Περιφερειακό Στρατηγικό Σχέδιο Ανάπτυξης της Θεσσαλίας για το 2007 – 2013 δίνεται βάρος ανάμεσα στ΄ άλλα στην ενίσχυση της δημιουργίας υποδομών στον Πολιτισμό, στην προστασία, την ανάδειξη και ενοποίηση αρχαιολογικών και μουσειακών χώρων, λαογραφικών μουσείων και πολιτιστικών διαδρομών, σε τουριστικούς άξονες και διαδρομές, καθώς επίσης στην ενίσχυση των δικτύων υποστήριξης και πληροφόρησης, δημιουργίας καινοτομικών πόλων, δικτύωσης και οργάνωσης της διαχείρισης των θεσσαλικών πολιτιστικών διαδρομών. Στα ενδογενή χαρακτηριστικά για την Περιφέρεια Θεσσαλίας στον τομέα του πολιτισμού τα ισχυρά σημεία είναι η ισχυρή θεσσαλική ιστορία και παράδοση, τα προϊστορικά, κλασικά – ελληνιστικά, βυζαντινά και νεότερα μνημεία, τα Μουσεία, οι παραδοσιακοί οικισμοί, η λαϊκή τέχνη κ.α. Στους ειδικούς δε στόχους προβλέπεται η ανάδειξη υποδομών για τη διαμόρφωση πολιτιστικών διαδρομών με προϊστορικά, κλασικά και άλλα μνημεία με ενδιαφέροντες οικισμούς, περιοχές ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους και ιστορικού ενδιαφέροντος, καθώς επίσης και αντιστοίχηση με αναπτυσσόμενες τουριστικές διαδρομές (π.χ. Μετεώρα – Ασπροπόταμος – Πίνδος – Λίμνη Ν. Πλαστήρα – Άγραφα).

Σ΄ αυτό το πλαίσιο προτείνουμε την ανάδειξη ορισμένων από τους πιο ενδιαφέροντες αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία των Νομών Καρδίτσας και Τρικάλων, που υπάγονται στην αρμοδιότητα της ΛΔ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων   με έδρα την Καρδίτσα, η οποία όμως λειτουργεί στο Κονάκι Προδρόμου.

Μεταξύ αυτών και σε ότι αφορά στο Δήμο Ιθώμης και στο δυτικό τμήμα του Νομού Καρδίτσας προτείνουμε για προστασία, διαμόρφωση, συντήρηση και ανάδειξη των κηρυγμένων αρχαιολογικών χώρων του Πύργου Ιθώμης, των «Ελληνικών» της Αργιθέας, του «Παλαιοκάστρου» Πετρωτού και των Γόμφων των Δήμων Μουζακίου και Γόμφων του Ν. Τρικάλων. Ένα ενισχυτικό στοιχείο της πρότασης αυτής είναι η συσταλείσα  Διαδημοτική Συνεργασία, μετά από Αποφάσεις που έλαβαν τα αντίστοιχα Δημοτικά Συμβούλια, των Δήμων Ιθώμης, Μουζακίου και Αργιθέας του Νομού Καρδίτσας και Γόμφων του Νομού Τρικάλων. Στόχος της συσταθείσης Διαδημοτικής Συνεργασίας είναι η ένταξη της πρότασης ανάδειξης των πιο πάνω αρχαιολογικών χώρων σε «Πρόγραμμα ανάδειξης αρχαίων ορεινών κάστρων» ή σε σύστημα πολιτιστικών – τουριστικών διαδρομών. Στην ίδια πρόταση θα μπορούσε να τεθεί και ο οχυρός πύργος του Ελληνοπύργου, εφ΄ όσον βέβαια συνταχθεί σχετική μελέτη. Στο σημείο αυτό ενδιαφέρον έχει να θυμηθούμε ορισμένα στοιχεία για τις αρχαιολογικές θέσεις του Δήμου Ιθώμης.

 

Η Ιθώμη: Ο αρχαιολογικός χώρος της Ιθώμης βρίσκεται στις υπώρειες των Αγράφων, βόρεια της αρχαίας Μητρόπολης και στην πορεία του αρχαίου δρόμου προς τους Γόμφους (δίπλα στο Μουζάκι), στη θέση «Κάστρο» του χωριού Πύργος Ιθώμης, που σήμερα αποτελεί διαμέρισμα του Δήμου Ιθώμης με έδρα το Φανάρι.

Η Ιθώμη, της οποίας το όνομα προέρχεται από την ομώνυμη νύμφη όπου σύμφωνα με την παράδοση ανάθρεψε τον Δία μαζί με την άλλη νύμφη Νέδα, αναφέρεται στον «νεών» κατάλογο του Ομήρου (Ιλιάδα,  Β, 729), σύμφωνα με τον οποίο οι κάτοικοί της μετείχαν στον Τρωϊκό πόλεμο με τις άλλες δύο πόλεις της «Εστιαιώτιδας ή Ιστιαιώτιδας»,   Τρίκκη και Οιχαλία, κάτω  από την αρχηγία των δοξασμένων παιδιών του «ιητήρα» θεού Ασκληπιού, Μαχάονα και  Ποδαλείριου. Λείψανα της ύστερης εποχής του χαλκού (μυκηναϊκής) δεν έχουν αποκαλυφθεί ακόμη στην περιοχή  της  «κλωμακόεσσας» -(πετρώδους, τραχειάς) - κατά τον Όμηρο Ιθώμης. Αντίθετα έχουν διασωθεί λείψανα του τείχους της κλασικής - ελληνιστικής περιόδου και ένας αυτόνομος πύργος των  ελληνιστικών χρόνων. Τα τείχη της Ιθώμης, που διατηρούνται σε ύψος ενός ή δύο δόμων, μπορούμε να τα παρακολουθήσουμε στη δυτική πλευρά σε μήκος 70 περίπου μέτρων από την κορυφή του «Κάστρου», όπου η Ακρόπολη και ο πύργος, ως χαμηλά στον ποταμό Νέδα ή Μέγα.  Καθώς επίσης και 100 περίπου μέτρα προς τα ανατολικά. Μέσα στον τειχισμένο χώρο υπάρχουν λείψανα οικοδομημάτων, θραύσματα αγγείων, ενώ στην γύρω περιοχή στο παρελθόν συλήθηκαν αρχαίοι τάφοι.

Ο Στράβωνας, στο τέλος του 1ου αι. π.Χ., γράφει πως η Ιθώμη ήταν ιδρυμένη ανάμεσα σε τέσσερα φρούρια, σαν σε τετράπλευρο, την Τρίκκη, τη Μητρόπολη, το Πελινναίο και τους Γόμφους, την αναφέρει δε με το όνομα Θαμές - Θαμιές και τη χαρακτηρίζει ως "χωρίον ερυμνόν και τω όντι κλωμακόεν" (απότομο και δυσκολοδιάβατο).   

Στο ναό των  «Δώδεκα Αποστόλων», που βρίσκεται στη  μικρή κοιλάδα του Μέγα, στα ριζά του λόφου  «Κάστρο», που αποπερατώθηκε το 1845, υπάρχει το ξυλόγλυπτο τέμπλο κατασκευασμένο το 1850 από μετσοβίτες τεχνίτες σύμφωνα με  υπάρχουσα επιγραφή. Στη βάση του τέμπλου εντοιχισμένη  στον σολέα  υπάρχει ενεπίγραφη αναθηματική πλάκα αφιερωμένη στην Άρτεμη  από τον ιερέα αυτής Γλαυκία του Αντιγόνου και πιθανόν να προέρχεται από ναό της αρχαίας Ιθώμης αφιερωμένο στην Άρτεμη.

Μερικοί περιηγητές και ιστορικοί τοποθετούν την αρχαία Ιθώμη στο χώρο του Κάστρου Φαναρίου. Στην περιοχή του Φαναρίου, στο λόφο της εκκλησίας του Αγ. Σεραφείμ, βρίσκονται ορατά αρχιτεκτονικά λείψανα, όπως σπόνδυλοι δωρικών κιόνων, τα οποία όμως δεν είναι στη αρχική τους θέση. Τα ερείπια του τείχους στη θέση «Κάστρο» του Πύργου Ιθώμης μπορούν να μάς οδηγήσουν στο σημείο  να τοποθετήσουμε την αρχαία πόλη σ΄ αυτή τη θέση. Πάντως το πρόβλημα της ταύτισης της αρχαίας πόλης παραμένει, μέχρι να εντοπισθεί επιγραφική μαρτυρία

Στην Ακρόπολη της αρχαίας πόλης διατηρείται σε αρκετά καλή κατάσταση αυτόνομος πύργος, που είναι ορατός από την πεδιάδα και επιβλητικά προβάλλει στον ορίζοντα. Ο πύργος έχει  διαστάσεις 7,90 μ. στη δυτική και 10,00 μ. στη βόρεια πλευρά. Σώζεται σε ύψος 4,70 μ. στο ψηλότερο σημείο. Είναι κατασκευασμένος  από πλίνθους ντόπιου ασβεστόλιθου μεγάλων διαστάσεων – 1,80 μ. μήκος, 0,75μ. πλάτος, 0,63μ.  ύψος-  κατά το ισοδομικό σύστημα και διατηρείται  σε επτά σειρές δόμων. 

Ελληνόπυργος: Τα ερείπια ενός παρόμοιου πύργου  διατηρούνται στην κτηματική περιφέρεια Ελληνοπύργου, στη θέση «Μονόλιθος». Σώζονται οι δύο από τους τέσσερις τοίχους του οχυρού, ο ΝΑ τοίχος με σωζόμενο μήκος 3,90 μ. και ύψος 3,10 μ. σε επτά σειρές  δόμων και ο ΒΔ με σωζόμενο μήκος 4,40 μ. και μέγιστο ύψος 2,40 μ. Οι τοίχοι είχαν κατασκευασθεί  από ακανόνιστους εντόπιους ασβεστολίθους.

Οι πιο πάνω πύργοι έχουν σχέση με την πορεία της αρχαίας Ιθώμης στα ιστορικά χρόνια, καθώς  η πόλη συνοικίζεται στα τέλη του 3ου αι. π.Χ. στην αρχή με τους Γόμφους και κατόπιν στις αρχές του 2ου αι. π.Χ. με τη Μητρόπολη. Τη μαρτυρία αυτή τη βρίσκουμε στις φιλολογικές πηγές (Στράβωνας Θ, 5,17), αλλά και σε αρχαιολογικά τεκμήρια και  ειδικότερα σε τμήμα ενεπίγραφης στήλης από το ιερό της Φίλιας. Στην ίδια στήλη υπάρχει η μαρτυρία για την  «εγκατάσταση κοινών φυλακίων» για την εξυπηρέτηση στρατιωτικών αναγκών, πεζικού και ιππικού. Φαίνεται  πως οι συγκεκριμένοι πύργοι οικοδομήθηκαν για να καλύψουν τέτοιες ανάγκες.

 

Στους υπό ανάδειξη αρχαιολογικούς χώρους προβλέπεται να γίνουν εργασίες καθαρισμού  των τειχών και οικοδομημάτων τους,  όπου αυτά διατηρούνται, τοπογραφική αποτύπωση αυτών, περίφραξη, κατασκευή φυλακείων και στεγάστρων, εργασίες διαμόρφωσης και συντήρησης, διαδρομών περιήγησης, τοποθέτηση φωτισμού και παροχή υδροδότησης, όπου αυτό είναι δυνατόν. Επίσης προβλέπεται η εγκατάσταση ξύλινων στεγάστρων – χώρων ανάπαυσης και καθισμάτων, η τοποθέτηση πινακίδων κατεύθυνσης και πληροφόρησης. Η παραγωγή εντύπων – φυλλαδίων ενημέρωσης με φωτογραφίες, σχέδια και επεξηγηματικά κείμενα είναι αναγκαία για να γίνει κατανοητή η διαχρονική προσέγγιση του αρχαιολογικού υλικού. Οι πιο πάνω αναφερόμενοι χώροι θα συνδεθούν με τις πολιτιστικές – τουριστικές διαδρομές και μονοπάτια που ενδεικτικά αναφέραμε πιο πάνω. Για να καταστεί πραγματοποιήσιμη αυτή η πρόταση είναι απαραίτητη η σύνταξη μελέτης, καθ΄ όσον μάλιστα κανένα έργο που χρηματοδοτείται από κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορεί να εγκριθεί εάν δεν υπάρχει σχετική μελέτη.

Η δημιουργία αυτών των πολιτιστικών διαδρομών αποβλέπει κυρίως στη γνωριμία των κατοίκων των Δήμων και των Νομών της Θεσσαλίας με την ιστορία του τόπου και την αρχαιολογική τεκμηρίωση, καθώς επίσης και στην ευαισθητοποίησή τους σε ότι έχει σχέση με την προστασία και διαφύλαξη της πολιτιστικής κληρονομιάς. Επίσης σε δεύτερο επίπεδο έχει σχέση με τη δημιουργία μόνιμων επισκέψιμων αρχαιολογικών χώρων στην περιοχή μας και τη δυνατότητα ενίσχυσης του τουριστικού ρεύματος στη Δυτική Θεσσαλία.

Ο αρχαίος πύργος στον Ελληνόπυργο μπορεί να λάβει τη θέση του στο δίκτυο αυτό, ως σημείο περιπάτου και απόδρασης από την καθημερινότητα, ατενίζοντας στον ορίζοντα της δυτικής Θεσσαλίας και να συντελέσει σημαντικά στην ανάπτυξη του χωριού   

Πιο ουσιαστική νομίζουμε θα είναι η δυνατότητα προσέλκυσης των νέων ανθρώπων, η δημιουργία διαύλων επικοινωνίας με τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της περιοχής, δημοτικά, γυμνάσια, λύκεια, ούτως ώστε να ισχυροποιηθεί η συνειδητοποίηση της ιστορικής συνέχειας της παράδοσης και της πολιτιστικής κληρονομιάς. 

                             Λεωνίδας Π. Χατζηαγγελάκης

                                          Διευθυντής ΛΔ΄ ΕΠΚΑ

                                           Αρχαιολόγος ΠΕ

                        


ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ

 

ΕΛΛΗΝΟΠΥΡΓΟΣ © 2005